![]() |
| photo |
Νιώθω αυτό το συναίσθημα της λύπης
Όταν όλα σου τα άκρα παραλύουν από μόνο μία σκέψη
Η σκέψη: δεν έχω πραγματικά σπίτι
Ο λόγος: όλοι οι άνθρωποι που κάποτε πίστεψαν σε μένα εκεί στο τότε σπίτι, έπαψαν να πιστεύουν πια
Είναι βουβή η λύπη, αλλά βαριά
Είναι σαν μέταλλα μέσα στο σώμα, ή μάλλον όχι..
Σαν να 'ναι το σώμα μου παραγεμισμένο με βαμβάκι αλλά με το βάρος μετάλλων
Έτσι να ζω την κάθε μέρα; εγώ;
Το πείσμα μου να μην ζήσω έτσι, μ' έχει πάρει απ' το χεράκι και με σπρώχνει στη ζωή
Στην τρέλα της που είναι απλώς τρέλα, διαφορετική απ' των άλλων μα και τόσο κοινή
Από πότε; από δεκαεφτά χρονών και βγήκα στον δρόμο, στον κόσμο
Αλλά τι νόημα έχει να σκέφτομαι τι έγινε; πάει, έγινε τώρα...
Το «από δω και πέρα» πάντα είναι τρομακτική υπόθεση, γιατί δεν ξέρεις τι σε περιμένει μετά
Έτσι είναι με το ρίσκο, το παίρνεις, ή το αφήνεις για τους πιο γενναίους κι ύστερα παρακολουθείς τη πορεία τους, όπως παρακολουθείς μία σειρά στο Netflix
Δε ξέρω πώς να περιγράψω την λύπη, γιατί πότε έρχεται, πότε φεύγει κι έτσι πάνε αυτά
Αλλά όταν είναι εδώ, όταν βαραίνει έτσι το σώμα μου και όταν το καθηλώνει, και τα μάτια μου βουρκώνουν με το παραμικρό, χωρίς να μπορώ να εξηγήσω σε κανέναν το γιατί, θέλω να γίνει κάτι
Ένα «μπαμ», μεγάλο - μικρό δεν ξέρω και αν έχει σημασία
Εδώ είχα πάει να δω ένα θεατρικό που λεγόταν «το μπαμ» , όταν κυνηγούσα τη ζωή , όταν την είχα πιάσει απ' τα μαλλιά, τι λες;
Θα μπορούσα να γράφω για πάντα τις αναμνήσεις μου που, πάντα θα 'θελα να μοιάζουν με παραμύθι, αλλά μέχρι στιγμής...
Χθες, ονειρεύτηκα τα παιδιά που μεγαλώσαμε μαζί όπως είναι τώρα, με παιδιά σε ηλικία που έχουν δικούς τους φίλους και μιλάνε, γελάνε, τρέχουν και παίζουν όπως εμείς κάποτε
Αλλά ξύπνησα και η ζωή δεν ήταν πάνω σε μια πολύχρωμη κουβέρτα για πικνικ, αλλά σ' ένα στρώμα στο πάτωμα με το ξυπνητήρι να χτυπάει για να με σηκώσει να πάω για δουλειά
Τις μέρες που λυπάμαι, αδυνατώ να δω την ομορφιά του «τώρα» μου και το έχω χάσει
Όταν ανοίγω να διαβάσω ένα τεύχος του Calvin & Hobbes, θυμάμαι, θυμάμαι, θυμάμαι και νιώθω εκτός από αυτό, ότι μαθαίνω κι ίσως είναι το μόνο «κάτι» που κάτι μου μαθαίνει ακόμα
Ίσως κι άλλοι όταν λυπούνται να ανοίγουν το αγαπημένο τους κόμικ - λέω τώρα εγώ - και να χαμογελάνε
Όταν κοιτάζω τα σύννεφα, επίσης: θυμάμαι πώς είναι να «φτιάχνω» όταν όλα μοιάζουν γκρεμισμένα
Ταυτίζομαι με αντικείμενα, πιο εύκολα από ανθρώπους, ψάχνω για ψυχές μα ο κόσμος μοιάζει γεμάτος από άδεια δοχεία, η επικοινωνία γίνεται μέσα από γυάλες κι εγώ δεν έμαθα έτσι κι είναι όλα επίπονα
Όταν φοράω τα παπούτσια μου, νιώθω σούπερ-ήρωας ότι εγώ θα σώσω τον κόσμο, ή ό,τι απέμεινε
Πως η τρέλα που κουβαλάω έχει πάει όλη στα πόδια, φέρνει μια ανεξήγητη δύναμη, υπεράνθρωπη, σχεδόν μαγική
Μα κάποια πράγματα δεν αλλάζουν κι αυτό είναι γεγονός
Αλλάζουν όμως εκείνα που θα 'ρθουν
Έτσι δεν είναι;

No comments:
Post a Comment